1878-1920. Δολοφονήθηκε στη Βασ. Σοφίας από βενιζελικό στρατιωτικό απόσπασμα, χωρίς ποτέ να γίνει γνωστό ποιος έδωσε "άνωθεν" τη διαταγή.
ΑΠΟ ΤΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ
1916- «Φαντάζομαι πως μετά λίγα χρόνια, ή θα βρεθώ μπλεγμένος και σκοτωμένος κάπου στη Μακεδονία, υποθέτω στο Μοναστήρι ή στο Περιστέρι- στα πιο αγαπημένα μου λημέρια- ή θα πάψω να είμαι υπηρέτης της πατρίδας και θα μείνω άνθρωπος στην ξενιτιά και μονάχα άνθρωπος.
Θα ξενιτευτώ ή θα πεθάνω νωρίς, όπως είπα. Τέτοιο τέλος προλέγω στον εαυτό μου»
1918- «Η ενέργεια, η δράση ανάμεσα στους ανθρώπους, το ανακάτωμα μεταξύ τους με κουράζει, δεν αντέχω, δεν είμαι καμωμένος γι αυτό ολότελα. Έχω μερικές ικανότητες για ενέργεια, μα όταν βρίσκομαι αντιμέτωπος με άλλους ανθρώπους και συγκρούομαι μαζί τους, δεν έχω τη δύναμη να τους νικήσω, ταράζομαι πάρα πολύ»
1919- «Στο ελληνικό πλοίο που μας πήρε από την Κορσική, μόλις μπήκα και μ΄έκλεισαν στρατιώτες και ναύτες με ξιφολόγχες στην καμπίνα, σκοτεινή, ασφυχτική και έμεινα μερικές ώρες και μίλησα δυο λόγια με τους φύλακές μου, σκέφθηκα τούτο για την Ελλάδα τώρα: Δεν έχει ασφάλεια το άτομο από το κράτος. Το μόνο διορθωτικό η αγαθότητα των εκτελεστών των διαταγών που δίνουν οι ανώτεροι»
«Δε θα ήθελα να ζήσω τη ζωή μου ολόκληρη με μια γυναίκα. Και ίσως αυτό θα κάμω.
Μα δε θα βαστάξει για πολύ η ζωή μου»
«Στην εξορία με τον καιρό αισθάνθηκα σαν πεθαμένος, για τους δικούς μου, για τους φίλους μου και για την κοινωνία, ακόμα και για την αγαπημένη μου. Μόνο η μητέρα μου και ένας αδελφός μου ίσως με είχαν όλο τον καιρό για ζωντανό. Πότε πότε, πολύ αραιά, λάβαινα κανένα γράμμα που ήτανε σα μνημόσυνο. Κανένας δεν ήλθε κοντά μου»
«Το παράπονο του πεθαμένου».
Στη γη είμαι και με τρώγει το σκουλήκι. Ποιος με θυμάται; Μνημόσυνα μου κάνουν στις 40 μέρες και έπειτα για το χρόνο και έπειτα για δυο τρία χρόνια ακόμη, στον τάφο μου, που μου ρίχνουν λουλούδια. Αριά και πού κανένας φίλος ή συγγενής ή φίλη μου ρίχνουν από κανένα λουλούδι στο μνήμα, ή νοερώς – σύντομα, στιγμιαία μνημόσυνα. Κανείς δεν ήλθε μαζί μου στο χώμα. Αυτοί είναι ζωντανοί ακόμα. Κυκλάμενο αποσκιερό φύτρωσε μια μέρα φθινοπωρινή στο μνήμα μου κοντά και το στόλισε, άθελά του κι αυτό. Όσοι έμειναν ζωντανοί τους παίρνει η ζωή και τους στριφογυρίζει στον τρελό χορό της και γρήγορα , πολύ γρήγορα γιάτρεψε την πληγή τους για το θάνατό μου»
Λευκή ας βαλθεί όπου έπεσες κολόνα,
(Π ώ ς έπεσες γραφή να μη το λέη…)
λευκή, με της Πατρίδας την εικόνα.
Μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίει
βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίει.
Κωστής Παλαμάς
ΣΤΑΜΑΤΗΜΑ
Η τύχη δεν έχει καμιά σχέση με τη μοίρα μου, ούτε την αλλάζει ούτε την επηρεάζει. Αλλά και ο σκοπός που διάλεξα συνειδητά να βάλω στη ζωή μου, με το να είναι αναγκαστικά συμμορφωμένος με τη μοίρα μου, δεν μπορεί να αλλάξει τη μοίρα μου. Η ζήτηση της γνώσης δεν επηρεάζει το χαρακτήρα μου. Και έτσι και το σκοπό της ζωής μου τον έχει προορισμένο, αλήθεια, πριν τον διαλέξω συνειδητά και ανεξάρτητα από το αν έχω ή δεν έχω διαλέξει ένα σκοπό, η μοίρα μου. Αντίθετά της δεν μπορώ να πάω. Να της ξεφύγω δεν μπορώ. Να η σ κ λ α β ι ά μου. Συνείδησή της ολοκληρωτική δεν μπορώ να έχω για να λυτρωθώ. Τα σύνορα του δυνατού για μένα δεν τα ξέρω ακριβώς. Αλλά κι αν τα ήξερα δεν θα δυνόμουν να τα ξεφύγω. Αυτή η μισοάγνοια και μισογνώση μου δίνει θάρρος και όρεξη να τα δοκιμάσω όλα. Να η ε λ ευ θ ε ρ ί α μου. Δοκιμάζοντας όλα χτυπώ συχνά στους τοίχους του αδύνατου και τότε λαβαίνω καθαρότερα κάποια συνείδηση από σύνορα και υποτάζομαι πάλι στην ανάγκη γαληνεύοντας. Αλλά πάλι θα διλιμάσω. Πάντα μου θα υπάρχει κάποια terra incognita που θα πασχίσω να γνωρίσω. Σ μ ί γ ου ν μ έ σ α μ ο υ η σ κ λ α β ι ά και η ε λ ευ θ ε ρ ί α. Δ η μ ι ου ρ γ ώ τον κ ό σ μ ο μ ο υ ε λ εύ θ ε ρ α, ό π ω ς μ π ο ρ ώ.
ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ
(Στην Πάρνηθα)
«Εδώ είναι η κορυφή. Λαλούνε μαζί όλες οι χορδές μες στο όργανο, λαλούνε σαν τα σχοινιά του καραβιού, που μαϊστράλι βογκάει μέσα τους. Σβηστήκαν τ’ αδύνατα τα όνειρα του κόπου. Φως βλέπω κι έχταση μεγάλη. Να μείνω πάντα δω, να βλέπω πάντα κάτω. Να χαράζεται στα σωθικά μου βαθιά κι αγάλι αγάλι και δίχως να κουράζεται, ο πόνος μιας δίψας, που δεν έχει αρκετό νερό να ξεδιψάσει όλη. Το χιόνι, σα να μην κοτά να κατέβει χαμηλότερα κάθισε ελαφρά στα κορφοβούνια. Κάμποι μεγάλοι, και ράχες και θάλασσες κράζουν ονόματα γνωστά. Λεν πως εκεί βρίσκονται τα παλιά τα χώματα. Βασιλικότερη κι από του αιτού η ματιά μου πετάει από πάνω από την Ελλάδα όλη και ποθεί να την αδράξει.
Φιλοδοξία φοβερά μεγάλη, μεγάλη και στείρα. Αυτή χαλάστρες μόνο ξέρει να κάνει στις χαρές μου και στα ξεφαντώματα. Απέραντη, τρομαχτική, φαγάνα πεινασμένη, που δε δίνει τίποτε πίσω από κείνα που μου παίρνει, την ενέργεια, τη χαρά. Τοίχος κουτός, που σταματά τη ζωή μου για να σπάσω το κεφάλι μου επάνω του. Και μένω κολλημένος στο χώμα, μπροστά στον τοίχο, που τυφλώνει τα μάτια μου. Όμως δε θα παραπονιούμαι και δεν θα τυφλώνομαι πάντα. Κάτι μικρό, μικρό θα κάμω, ξέροντας πως για τα μεγάλα δεν είμαι γω καμωμένος. Δεν είναι αρκετός λόγος επειδή δεν μπορώ να κάνω μεγάλα πράγματα, να μην κάνω μικρά.
Καλύτερος από τον εαυτό μου. Ω φως ατέλειωτο, ω φως! Θα γίνω καλύτερος, θα γίνομαι καλύτερος από τον εαυτό μου πάντα. Η αρχή της δουλειάς μου τώρα θα είναι το διώξιμο της φιλοδοξίας. Είναι άραγε φυτό αξερίζωτο ή όχι;
Θέλω να μείνω ανήσυχος και να είναι ξυπνητή κι ακούραστη η δύναμή μου γιατί σιχαίνομαι την ισορροπία. Και κάθε κούνημά μου θα είναι δύναμη δική μου που ξοδεύω για να προχωρέσω ψηλότερα από τον εαυτό μου.
ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ
(Φανταστική συζήτηση με τον Φαρδύ τον Σαμοθρακίτη)
Ιων Δραγούμης: Τι νέα; να, τα ίδια. Όλα μου φαίνονται παλιά εμένα. Τα καινούργια θα είναι εκείνα που εμείς θα φτιάσουμε ή τα παιδιά μας. Εσύ, σαν τι καινούργιο θες να μάθεις;
Φαρδύς:- Να, λένε πως δε στέκεται καλά η κυβέρνηση, θα παραιτηθεί το Υπουργείο.
ΙΩ: Α, σε μέλει πολύ το Υπουργείο; Εμένα δε μ’ ενδιαφέρει καθόλου. Είναι φιλοκοπιές της πολιτικής μας…
Φ:- Συχνά μου ήρθε στο νου η ιδέα του κοσμοπολιτισμού και κάμποσες φορές στοχάστηκα πως είναι περιττοί οι πόλεμοι και δεν ταιριάζει να σφάζονται άνθρωποι αναμεταξύ τους. Όλοι ένα δεν είμαστε; Έπειτα, πόσα χρήματα χάνονται στους πολέμους και πόσες ζωές! Γιατί δε σβήνουμε τα σύνορα των εθνών;
ΙΩ:- Σαν να ήταν γραμμένα με κιμωλία σε κανένα μαυροπίνακα ή με ραβδί στην άμμο! Αν ήτανε στο χέρι μας..
Φ:- Και βέβαια είναι στο χέρι μας. Ας συμφωνήσουν τα έθνη μεταξύ τους να μην πολεμιούνται κι έτσι σιγά σιγά θα σβήσουν κι αυτά τα ίδια.
ΙΩ:- Μα να που δεν το θέλουν. Όσα είναι κουρασμένα από τον εαυτό τους ας κοιμηθούν. Μα πάντα μένουν άλλα ξυπνητά και όσο είναι ξυπνητά η ζωντανάδα τους δεν τα’ αφήνει να ησυχάσουν, παρά τα σπρώχνει αδιάκοπα στην επικράτηση, στην ηγεμονία του κόσμου. Και γίνονται οι πόλεμοι. Τους Γιάπωνες δεν τους περίμενες να ξεφυτρώσουν ζωντανοί στην Ασία.
Φ- Καλά, άσε τα έθνη και πάρε τα άτομα, που αυτά κάνουν τα έθνη. Παραδέξου πως όλο και πληθαίνουν οι άνθρωποι που θέλουν την ησυχία τους και την καλοπέραση και αδιαφορούν για τους στρατούς και τους πολέμους, για τα έθνη, για τη δόξα, για τη νίκη. .. Μα πιο σωστός από τις πατρίδες είναι ο κοσμοπολιτισμός.
ΙΩ- Δεν το ξέρω. Εγώ ένα μονάχα ξέρω, πως εγώ δεν μπορώ να γίνω κοσμοπολίτης…
Φ- Μα μπορεί να γίνει των παιδιών σου αίσθημα. Οι συγκοινωνίες οι εύκολες, τα βιβλία τα αναρίθμητα, οι γλώσσες που μαθαίνουμε.
ΙΩ- Ναι ,τα ξέρω αυτά. Ίσως να γίνει έτσι… Ξέρεις λοιπόν πώς θα αναθρέψω τα παιδιά μου; Θα τα αφήσω να γεννηθούν όπου γεννηθούν, θα αφήσω τα λόγια μου να πέφτουν επάνω τους όπως τύχει, θα αφήσω το παράδειγμά μου και το γύρω κόσμο να τους επηρεάσει όπως θέλει, μονάχα θα προσπαθήσω να ξυπνήσω μέσα τους ό,τι ζωή έχουν, ό,τι δικό τους έχουν, αν έχουν τίποτε ιδιαίτερο. Και ας γίνουν ό,τι θέλουν. Μα δεν μπορώ να πάψω εγώ να είμαι Έλληνας, επειδή το θέλει μια θεωρία ή ένα αίσθημα όχι δικό μου, παρά ξένο.
Φ- Με τον καιρό όμως θα γίνουν οι άνθρωποι κοσμοπολίτες. Τα έθνη είναι σωρός από ανθρώπους που ζουν μαζί, ανθρωπομαζώματα. Αφότου των ανθρώπων αυτών δεν τους είναι πια και τόσο απαραίτητο να ζουν μαζί, χάνεται σιγά σιγά και η αντίληψη πως το έθνος είναι πρόσωπο και το έθνος γίνεται κουρέλι, διαλύνεται. ΙΔ- Σε κάθε εποχή μεγάλου πολιτισμού γεννιέται το αίσθημα του κοσμοπολιτισμού από την εθνική ή την πολιτική κούραση…
Φ- Είσαι πατριώτης, μπράβο σου.
ΙΩ- Σ’ ευχαριστώ, αλλά «πατριώτης» δεν είμαι. Πολλοί με λεν έτσι και άλλοι θα με ονομάζουν ίσως φιλόδοξο. Μα δε με μέλει. Αν πήγαινα τώρα στη Μακεδονία να παλέψω με τους Βουλγάρους θα έλεγε ο κόσμος: «Τι πατριώτης!» Όμως δε θα πήγαινα από φιλοπατρία στη Μακεδονία και είναι τόσο μπερδεμένες οι αιτίες που με αναγκάζουν να ενεργώ σε κάθε περίσταση έτσι ή αλλιώς που δεν μπορώ να τις ξεδιαλύνω και χαίρομαι γι αυτό. Αισθάνομαι όλο τον πλούτο και τα ακατανόητα και μπερδεμένα ελατήρια της ζωής. Μ αρέσει αν μη δύναμαι να εξηγήσω καλά καλά μια πράξη μου. Χάνεται ο πλούτος των αιτιών όταν προσπαθώ να τις εξηγήσω. Τι φτωχή που είναι κάθε εξήγηση και τι πλούσια η ζωή!..
Φ- Λοιπόν γιατί θα πήγαινες στη Μακεδονία αφού η ζωή είναι τόσο πλατιά και πλούσια και αφού δεν τη στενεύεις με πατριωτικές στενοκεφαλιές;
ΙΩ-… Τα νιάτα μου είναι μια θύμηση βαθιά και στερεά, που δυναμώνει μέσα μου την πατρίδα… Το να ζω μέσα στο έθνος μου δε θα πει πως είμαι πατριώτης. Ζω όχι για το έθνος μου, αλλά μέσα στο έθνος μου…
Φ- Μα εγώ δε σου λέγω να αλλάξεις πατρίδα, σου λέγω να γίνεις κοσμοπολίτης. Ποιος σου είπε να διαλέξεις άλλο έθνος;..
ΙΩ- Εγώ δε θα κοπιάσω να βγω από το έθνος μου, με κουράζει ο κόπος αυτός, όπως με κουράζει και το να έχω αδιάκοπα το νου μου στο έθνος μου… Και όταν δεν έχω συνείδηση του έθνους μου, πάλι θέλοντας και μη, Έλληνας είμαι και η ζωή μου μνήσκει ελληνική. Μα άλλο λέγω. Ότι χωρίς να αφήσω το έθνος μου, μπορώ να γίνω πιο άνθρωπος, ούτε θα με εμποδίσει ποτέ το έθνος μου να είμαι ή να γίνω πιο άνθρωπος, να κάνω σκέψεις αιώνιες ή να θαυμάζω ξένους πολιτισμούς και ξένες πατρίδες.
Φ- Εγώ δεν καταλαβαίνω πώς μπορεί κανείς να γίνεται πιο τέλειος άνθρωπος όσο μνήσκει κολλημένος σε ένα έθνος…
ΙΩ- Πιστεύω πως μόνο εκείνος που νιώθει το δικό του εθνισμό μπορεί να νιώσει καλά και των άλλων τις πατρίδες. Από τους ξένους μ’ αρέσουν όσοι νιώθουν πως όλα τα έθνη μοιάζουν μεταξύ τους, κρατούν ωστόσο την εθνική τους την ψυχή και το ξέρουν…
Φ- Τους αγαπάς τους Έλληνες.
ΙΩ- Τους αγαπώ ή δεν τους αγαπώ; Δεν ξέρω. Απ’ όλους τους λαούς της γής αυτούς μονάχα αγαπώ κάποτε με πάθος, κάποτε ψυχρά. Άλλοτε τους μισώ, γιατί δεν είναι τώρα άξιοι για καλύτερα έργα. Αλλά και το μίσος αυτό θα είναι αγάπη.
Φ- Δεν αξίζει να τους αγαπάς. Αν ήταν οι αρχαίοι Έλληνες, μάλιστα. Μα εμάς, δε βλέπεις οι ξένοι πώς μας μισούν και πώς μας κοροϊδεύουν;
ΙΩ- Οι αρχαίοι πέθαναν. Εγώ δεν καταγίνομαι με τα πτώματα. Όσο για τους ξένους, δεν είμαι γω για να τους εξηγώ το έθνος μου... Θα ζήσω μέσα στους Έλληνες, αφού ανάμεσά τους γεννήθηκα, και θα κρατήσω τον εαυτό μου αλύγιστο και διαφορετικό από αυτούς. .. Αν δεν έχει τώρα ιδανικό ή όνειρο κανένα η φυλή μου θα της δώσω τα δικά μου όνειρα και ιδανικά και πάλι όμως τη δύναμη για να τα πλάσω τα όνειρά μου και τα ιδανικά μου μέσα της θα τη βρω… Τέτοιος μπορώ να είμαι. Ή πρόβατο άκακο στο κοπάδι των ανθρώπων που με περιτριγυρίζουν ή νικητής τους. Τρίτο καταφύγιο δεν ξέρω παρά μόνο τη ζωή στην ερημιά. Μα μοναχός για πάντα δεν μπορώ να μείνω. Η τεμπελιά δε μου φτάνει ούτε η σκέψη μοναχή. Θέλω και το προσφάγι της, την ενέργεια. Και την εικόνα του θανάτου την έχω πάντα κοντά μου για να μου σπιρουνίζει τον πόθο της ζωής. Ο θάνατος είναι για τους ζωντανούς φάρμακο μεθυστικό, που όλο ξυπνάει μέσα τους τη λαχτάρα της ζωής. Είναι το προσάναμμά της.
ΟΣΟΙ ΖΩΝΤΑΝΟΙ
( Διπλωματικός υπάλληλος στην Κωνσταντινούπολη 1907-9)
Είναι σκληρή η αίσθηση πως χάνεται η Πόλη για μας ολότελα, μα δε με ταράζουν βυζαντινά όνειρα τόσο όσο η γνώση πως είτε την έχουμε είτε δεν την έχουμε την Πόλη είμαστε μέτριοι, ψόφιοι, κοιμισμένοι, κακομοιριασμένοι και μέτριοι, μέτριοι. Οι λέξεις «Να πάρουμε την Πόλη» είναι σύμβολο που δεν σημαίνει « Να ξαναφτιάσουμε τη βυζαντινή αυτοκρατορία», παρά «Να είμαστε δυνατοί». Πρέπει να νιώθω την Πόλη όπως πρέπει να νιώθω και την αρχαία και τη μακεδονική Ελλάδα. Δε σημαίνει πως πρέπει να γίνουμε αρχαίοι Έλληνες ή Μακεδόνες ή Βυζαντινοί. Σημαίνει πως είναι ανάγκη να ξέρω την περασμένη μου ζωή εγώ, να μη λησμονώ τα παλιά καλούπια που μπόρεσε να βρει ο Ελληνισμός για να γίνει κράτος ανάμεσα στα κράτη και ξανοίγοντας όσο μπορώ την τωρινή ζωή μου να ξεκαθαρίζω το δρόμο, να βρω το νέο τύπο που θα διαλέξει το έθνος για να γίνει κράτος δυνατό.
( Εποχή της θεωρίας Φαλλμεράυερ για το θάνατο της Ελληνικής φυλής λόγω επιμειξιών, που ξεσήκωσε κύματα εθνικισμού)
Η φυλή η Ελληνική δεν έμεινε αμόλυντη και καθάρια από τον αρχαίο καιρό ίσαμε σήμερα, και αν το εγώ της, η ψυχή της έμειναν, όμως τα μόριά της ανακατώθηκαν με άλλων φυλών μόρια και άλλαξαν τη σύστασή της. Γι αυτό και δεν μπορεί να πει κανείς πως γέρασε η φυλή, γιατί ποτέ δεν έμεινε η ίδια, όσο και να κράτησε τη συνείδηση του εγώ της. Έτσι και τα άτομα δε μένουν με τα ίδια συστατικά από την ημέρα που γεννιούνται ως την ημέρα που θα πεθάνουν όσο κι αν το μνημονικό τους κρατεί το εγώ τους ζωντανό. Η συνείδηση του εγώ τους είναι ο συνδετικός κρίκος, ο ανάλλαχτος που βαστάει το άτομο μέσα στις αλλαγές που περνά και παίρνει η ουσία και η μορφή του. Το περιεχόμενο του ε γ ώ δεν είναι σε κάθε εποχή της ζωής το ίδιο, μα έχει και κάτι μόνιμο που η θύμηση το συντηρεί και η κληρονομικότητα το κυβερνά- τη συνείδηση. Μα τα άτομα πεθαίνουν σε ορισμένο πάνω κάτω χρόνο, ενώ οι φυλές δεν έχουν ορισμένο χρόνο ζωής, μπορεί μάλιστα και να μην πεθάνουν ποτέ τους, ώσπου να καταστραφεί η γη.
Καταλάβετέ το τέλος πάντων, ώ Ρωμιοί, η ράτσα σας καινούρια, καινούρια και άφτιαστη, δεν είναι καθάρια ακόμη, δεν έχει σχηματιστεί ολότελα, δεν έχουν κατακαθίσει όλα τα αίματα και οι κληρονομικότητες που χύθηκαν μέσα της, δεν έχει βγει ο μέσος όρος του χαραχτήρα της και του μυαλού της. Ακόμα γίνεται στις άκρες τις μακρινές των ελληνικών χωμάτων σμείξη με Σλάβους, με Αρβανίτες, με Ανατολίτες, ακόμα γ ί ν ε τ αι, ακόμα σχηματίζεται η φυλή σας, λοιπόν τι απελπίζεστε; Ότι η ράτσα σας είναι καινούρια δεν σας εγκαρδιώνει; Αν το ανακάτωμά της με άλλες φυλές δεν το βλέπετε σαν καλό σημάδι για τη μελλούμενη προκοπή της, ποιος σας φταίει; Φτιάνεται μια νέα ράτσα και δε χαίρεστε; Πώς δε νιώθετε τη δύναμη που κρύβει μέσα της, ίδιο νέο φυτό ζουμερώτατο, η ράτσα σας η καινούργια; Αυτή η δύναμη θα δημιουργήσει, μάθετέ το, τον καινούριο σας πολιτισμό. Ξεχάστε αδέρφια τα αρχαιότερα καλούπια των συνονομάτων σας Ελλήνων που κι αυτοί δεν ήταν ποτέ τους καθάριοι Έλληνες. Έχετε στα σπλάχνα σας, βαστάτε στα χέρια σας ικανότητα και αξία για να πλάσετε καινούρια καλούπια και δεν ενθουσιάζεστε και δε συναρπάζεστε, και δε μεθάτε από διονυσιακή μανία; Είστε ελεύτεροι, ω Ρωμιοί, και δεν το νιώθετε;
Και ο θάνατος θα έρθει στον καιρό του. Δεν θα φοβηθεί ο εξαιρετικός να παίξει τη ζωή του τολμηρά, να σκορπίσει τα πλούτη του, να αποκαεί. Ολοένα αυτό κάνει, αλλά και δεν θα σκοτωθεί ποτέ με το χέρι του. Ας έρθουν άλλοι να τον σκοτώσουν. Μα ο Χάρος ας έρθει σε ώρα πλούτου της ψυχής του, σε ώρα μουσική, και όχι σε ώρα φτώχειας και κακομοιριάς. Ένα μονάχα θάνατο καταλαβαίνει όμορφο, το θάνατο του πολεμιστή επάνω στη μάχη.
(Στη μεγάλη μάχη για τη δημοτική γλώσσα)
Στο ρίζωμα του Ελικώνα, στη σημερινή Λεβαδιά κοντά ,είναι μια μεγαλόπρεπη ρεματιά με ψηλούς πέτρινους απότομους βουνίσιους όχτους που τα νερά της αναβρύζουν από δυο πηγές μέσα σε βράχινες σπηλιές. Η μια ονομάζεται πηγή της Λήθης, η άλλη λέγεται της Μνημοσύνης. Μου φαίνεται πως η επιβλητική αυτή τοποθεσία εβίασε τους αρχαίους Έλληνες να σταματήσουν εκεί δα πέρα για να στοχαστούν την τύχη του ανθρώπου και να συμπεράνουν πως μήτε να θυμάται παντοτινά μπορεί και πρέπει, μήτε να ξεχνά παντοτινά. Και το βαθύ αυτό στοχασμό τους τον εσυμβόλισαν με τις αναβρυστικές πηγές. Για τα έθνη θύμηση είναι η παράδοση, που όταν καταντά ολότελα συνειδητή, λέγεται ιστορία. Και λησμονιά είναι η ορμή της δημιουργίας. Συντηρητικό στοιχείο είναι η παράδοση και προοδευτικό η δημιουργία. Όπως στα άτομα το μνημονικό πλάθει και διατηρεί το εγώ τους έτσι και στα έθνη η παράδοση. Χωρίς αυτήν δεν θα ήξεραν τον εαυτό τους δεν θα τον αναγνώριζαν, δεν θα ένιωθαν πως είναι ένα και όμοιο με τα περασμένα και θα ήταν σα χαμένα. Η παράδοση είναι ο σύνδεσμος των ατόμων μιας φυλής, τωρινών και περασμένων που τα κάνει έθνος. Ιστορία είναι η συνείδηση του συνδέσμου αυτού. Ορμή δημιουργίας είναι ο σύνδεσμος των τώρα ζωντανών ατόμων του έθνους με τα ερχόμενα, είναι η λησμονιά των περασμένων, είναι ο καημός των μελλόμενων. Κανείς ας μην αναθεματίζει τη συντηρητικότητα. Κανείς ας μην περιφρονεί την προοδευτικότητα. Για ένα έθνος και τα δυο στοιχεία είναι απαραίτητα. Κάθε στιγμή της ζωής του θα κοιτάζει λυγίζοντας και προς τα πίσω και προς τα εμπρός και προς τα περασμένα που είναι δικά του και προς τα μελλόμενα που και αυτά δικά του θα είναι. Δύναμη και συστατικό στοιχείο τους έθνους η παράδοση, δύναμη και συστατικό του και η δημιουργία. Συνταιριάζοντάς τες όπως ξέρει, θα ζήσει όπως μπορεί … Τη λυγερή ισορροπία μεταξύ παράδοση και δημιουργία, συντηρητικότητα και προοδευτικότητα πρέπει να τη βρει το έθνος και τότε θα ζήσει στα γεμάτα, ζωή πλούσια και ακέρια.
Και επειδή είναι τώρα για την ελληνική φυλή εποχή γεμάτη χυμούς και δύναμη κρυμμένη, σαν άνοιξη, γι αυτό οι άνθρωποι της φυλής οι δημιουργικοί – η αριστοκρατία του έθνους- είναι την ώρα τούτη πολύτροποι και πολυτεχνίτες , δοκιμάζουν με κάθε τρόπο να εκφραστούν, να φανερώσουν τον οργασμό που βράζει μέσα τους… Και θα το ξέρουν οι νέοι αριστοκράτες πως δεν έχει να φοβηθούν από την κατακραυγή των πολλών ή την καταφρόνια τους, ούτε να φύγουν σε τόπους ξένους για να ανθίσουν τάχα πιο ελεύτερα και αστενοχώρητα. Θα είναι αρκετά δυνατοί ώστε να νιώθουν πως δεν αξίζει τόσο η φήμη που θα μπορούσαν ίσως στην εποχή μας να αποχτήσουν εκεί πέρα, όσο η δημιουργία που κάνουνε μένοντας στον τόπο τους, όπου κάμποσα σημάδια δείχνουν πως γεννιέται ένας νέος πολιτισμός και όπου θα λάβουν τη χαρά τη μεγάλη να λογαριαστούν σ’ αυτόν μέσα έστω και πρόδρομοι… Από αυτούς θα βγουν οι νέοι δάσκαλοι και τα νέα σκολειά. Ο δημοτικισμός είναι για τους Έλληνες ζήτημα ανθρώπινο… Μπορεί να ξέρουν πολλές γλώσσες ξένες ή και να μην ξέρουν παρά την ελληνική, μα η γλώσσα που θα ξέρουν απαραίτητο να είναι η γλώσσα της ελληνικής ψυχής τους, της σύγχρονης. Και την ίδια γλώσσα θα τη μιλούν και θα τη γράφουν. Μπορεί να έχουν γνωριστεί με ξένες συνήθειες και φιλολογίες και πολιτισμούς ή να μην έχουν είδηση από δαύτες, εκείνο όμως που θα γνωρίζουν τέλεια θα είναι οι συνήθειες του τόπου τους, η φιλολογία και ο πολιτισμός που μεταμόρφωσε τους ανθρώπους της πατρίδας τους και τους έπλασε τέτοιους που σήμερα είναι. Και δε θα φοβούνται τίποτα, ούτε την κοινή γνώμη, που είναι ο τρομερώτερος δράκος. Και δεν θα συλλογίζονται το θάνατό τους, αγκαλά μπορεί βέβαια να συλλογίζονται και συχνά μάλιστα το θάνατο. Και θα είναι απρόσωποι γιατί θα ξέρουν πως δεν αξίζει ο εαυτός μας παρά σαν όργανο για να μαθαίνουμε και να ενεργούμε, αλλιώς τι τον θέλουμε; Θα προσπαθούν να γίνονται καλύτεροι από τον εαυτό τους, όχι από αγάπη για το εγώ τους, παρά από επιθυμία να κάμουν το όργανο της μάθησης και της πράξης πιο τέλειο…
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ
(Τελευταία γραπτά του, στην εξορία, όπου φαίνεται προφήτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης)
Αν για την πιο επιτυχημένη οικονομική οργάνωσή τους τα έθνη βλέπουν ότι τους συμφέρει να ενωθούν αναμεταξύ τους σε ομοσπονδίες ή σε μια παγκόσμια ομοσπονδία, θα το κάνουν. Μα πάλι στην κάθε ομοσπονδία ή στη μια και μόνη που θα γίνει, θα μένουν τα έθνη ξέχωρα, όσο διαφορετικές είναι οι ιδιοσυγκρασίες τους και οι πολιτισμοί τους. Και όσο για το ελληνικό έθνος , μια προκαταρκτική ομοσπονδία με τα ανατολικά έθνη της Βαλκανικής και της Μικρασίας.
Ελληνικό έθνος ήταν όλοι όσοι ονομάζονται και θέλουν να είναι Έλληνες, όπου και να βρίσκονται και από όπου και αν κατάγονται. Δεν είχε καμιά αμφιβολία και για την αντιπάθειά του για το σημερινό κράτος και για την ανάγκη άλλης οικονομικής οργάνωσης. Ώσπου να αποδείξει για τον εαυτό του και για τους άλλους την ορθότητα του συναισθήματός του, ακουμπούσε σ’ αυτό το ίδιο, σαν επιβλητική ανάγκη και ενεργούσε. Μα ήταν και τόσο πάντα ανοιχτός, πάντα έτοιμος να δεχτεί και να ζυγίσει κάθε ιδέα ή συμπληρωματική ή και αντίθετη με το δικό του συναίσθημα, για να ιδεί μήπως έχει λάθος και μήπως άλλοι βλέπουν καλύτερα από αυτόν. Και πάντα του υποψιαζόταν τις λ έ ξ ε ι ς , δικές του και ξένες.
Εκπομπή του Φρέντυ Γερμανού για την εκτέλεση του Ίωνα Δραγούμη
https://www.ertflix.gr/vod/vod.157003-ekpompes-pou-agapesa-2
Τα χειρόγραφα του Ίωνα Δραγούμη βρίσκονται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη
https://www.ascsa.edu.gr/index.php/archives/ion-dragoumis-series-ii